Η Λουτσία, χρήστης ναρκωτικών, μετά από μεγάλη απουσία από το σπίτι λόγω ενός καυγά με τη μαμά της, επιστρέφει μια μέρα για να ανακαλύψει, προς μεγάλη της έκπληξη, πως η μαμά και ο παππούς της καπνίζουν χασίς και μαριχουάνα. Σαν να μη έφτανε αυτό μαθαίνει επίσης ότι καλλιεργούν παράνομα στον κήπο τους φυτά μαριχουάνας και ότι οι ίδιοι γίνονται λαθρέμποροι στη γειτονιά τους. Μπροστά μας παρελαύνουν η πρεζάκιας φίλη της Λουτσία, πάντοτε σε αναζήτηση της δόσης της και ο Αντώνιο, ανιψιός της μαμάς που ανήκει στην ειδική ομάδα πάταξης των ναρκωτικών. Φυσικά από την παρέα δεν λείπει ο παπάς της ενορίας που μαζί με τους υπόλοιπους μας οδηγούν σ’ ένα ξέφρενο παιχνίδι καταστάσεων με απώτερο στόχο την ψυχαγωγία, αλλά και τον προβληματισμό του θεατή.
Η Μαριχουάνα της Μαμάς είναι η πιο γλυκιά, δεν είναι μια απλή φαρσοκωμωδία, αλλά ένα πολυσύνθετο οικοδόμημα που εμπεριέχει στοιχεία ρεαλισμού και υπερβολής ταυτόχρονα. Είναι ένας ύμνος προς την τέχνη του θεάτρου με πικρές δόσεις αλήθειας και τραγικής πραγματικότητας. Στο έργο οι κραυγές πόνου είναι πιο δυνατές κι από το κωμικό στοιχείο. Κι όμως γελάς, γελάς με δάκρυα, με τις καρικατούρες των εξουσιών που δίνει με τόση δύναμη και χιούμορ ο συγγραφέας.